Το προπολεμικό καρναβάλι
Από τα παλιά χρόνια, εκτός από τα καθιερωμένα στο τυπικό του καρναβαλιού, παρουσίαζαν δικής τους εμπνεύσεως παραστάσεις οι χωρατατζήδες του χωριού. Απ’ τους πιο χαρακτηριστικούς αυτούς τύπους, αναφέρουμε τον Προκόπη Καμπέρη (1880) και τον γιο του Θρασύβουλο Καμπέρη (1908) – αυτές είναι χρονολογίες εμφανίσεών τους – ανθρώπους με έμφυτο πνεύμα. Σύγχρονος τους ήταν και ο Νικόλας Χαλέλλης, ο δημιουργός της Γέννας, που άφησε εποχή. Οι εκδηλώσεις της Καθαρής Δευτέρας βαστούσαν όσο αγάντερναν τα κότσια και τα κέφια των αγρυπνισμένων γλεντζέδων. Ώρα σπερνού καταλάγιαζε το χωριό και οι μουτζουρωμένοι «χαλιόνταν» (συμβολική λέξη που σημαίνει πως οι ιμτσούνις ήταν καλοί με το μασκάρεμα και τώρα που πετάνε τη μεταμφίεσή τους και ξαναγίνονται άνθρωποι, χαλιούνται).
Απ’ την απελευθέρωση του νησιού το 1912 και πέρα, η νεολαία στρατεύεται και κουβαλά νέες ιδέες. Στα 1914-1915 ο στρατηγός Ιωάννου οργανώνει τη Μεραρχία Αρχιπελάγους και τη στρατιωτική μπάντα με Λέσβιους μουσικούς και αρχιμουσικό τον Τατχατζή. Με το γύρισμα της χρονιάς ο Γιώργος Ματζουράνης, ο Εφές της Αγιάσου, έκανε το πρώτο ρήγμα στην παράδοση, διακωμωδώντας το σάλπισμα της μπάντας του Ιωάννου. Τη σάτιρα που απάγγειλε ο Ματζουράνης την είχε γράψει ίσως ο Παναγιώτης Καραφύλλης ή Πρίνος, που είναι ο παλιότερος στιχουργός της Αγιάσου. Το θέμα ήταν καθαρά αντιπολεμικό και προμήνυμα της αλλαγής στην παράδοση. Το ρήγμα αυτό διευρύνθηκε με τους σύγχρονους του Ματζουράνη, Στρατή Τσαμπλάκο και Νικόλα Στεφανή, με στίχους άτεχνους, αλλά χαριτωμένους στην απλότητά τους. Η γλώσσα τους ήταν πατσάλι καθαρεύουσας και Αγιασώτικης ντοπιολαλιάς. Σύγχρονος των παραπάνω, ήταν και ο Γιώργης Σκλεπάρης ο επονομαζόμενος «Θείος». Ένας πανέξυπνος τύπος, πολυδιαβασμένος, θυμόσοφος και ρέμπελος. Τα θέματά του πάντα για τον έρωτα και την ανέμελη ζωή. Παρέα με το «Θείο» έβγαινε κι ο Στρατής Σκλεπάρης ή Δοντάς και πολλές φορές οι δυο τους καταλήγανε σε διάλογο.
Από το 1922 και μετά, εκτός από τους παραδοσιακούς πειρασμούς της Καθαρής Δευτέρας και τις περικεφαλαίες, έκαναν την εμφάνισή τους χωρατατζήδες, που με τις παρέες τους σατίριζαν ένα σωρό θέματα με διάφορες καταστάσεις. Σαν τέτοια έκαναν εντύπωση το «Ελληνογαλλικό Λύκειο», «Οι Μίσες», «Ο τρελός γιουρούκης», κ.ά. Όλα αυτά ήταν αυτοσχεδιασμοί και δεν είχαν παρά μόνο θεματικό χαρακτήρα. Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, ξεπετιούνται καινούριοι ρήτορες, λαϊκοί ποιητές, με δικό τους τρόπο στις εμφανίσεις και τη σάτιρα. Είναι τα παλικάρια που γύρισαν από τα μέτωπα, οι μπαρουτοκαπνισμένοι, οι ξυπνημένοι. Θέλουν κάποια κοινωνική αλλαγή, επιζητούν τη δικαιοσύνη. Η σάτιρά τους εκτείνεται και σε κοινωνικά θέματα.
Παράλληλα οι μικροί δοκιμάζουν τα φτερά τους για τα ποιητικά τους πετάγματα. Από τους λαϊκούς ποιητές αυτούς της περιόδου 1935-1940, τα επονομαζόμενα καρναβαλέλια, το καρναβάλι μπήκε σε καινούρια φόρμα. Το τελετουργικό άλλαξε τόπους και χρόνο εμφανίσεων και το σημαντικότερο καθιέρωσε για εκφραστικό του όργανο την Αγιασώτικη ντοπιολαλιά. Μα, ας δούμε τους συντελεστές αυτής της αλλαγής που οφείλεται σε πολλά αίτια. Οι πρώτοι ποιητές της περιόδου 1914-1922 και οι δεύτεροι της περιόδου 1922-1935, επηρεασμένοι από τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο και τη Μικρασιατική Καταστροφή, ξεστράτισαν από τις παραδοσιακές Αποκριές με δική τους σάτιρα που ασκούσε κοινωνικό έλεγχο και κριτική. Οι νέοι της περιόδου 1935-1940, που βίωσαν τις εμπειρίες της πολύπαθης περασμένης γενιάς, η κάποια μόρφωσή τους, η κοινωνική ανακατάταξη, η δικτατορία του Μεταξά, η Γερμανική Κατοχή, τους ακόνισαν το μυαλό και τους προβλημάτισαν παραπέρα, έτσι που έκαναν τον καρνάβαλο πιο πνευματικό και τη σάτιρά του να εκτείνεται ακόμα και σε οικουμενικά προβλήματα που απασχολούν τον όπου γης άνθρωπο.
Φέρνουν καινούρια μηνύματα, καινούριο τρόπο έκφρασης ιδεών. Δεν κάνουν απλώς μασκαρέματα για να τέρψουν το ακροατήριό τους, αλλά για να φρονηματίσουν, να παραδειγματίσουν, να καυτηριάσουν με το θερμοκαυτήρα της πένας τους το σάπιο κομμάτι του κοινωνικού σώματος, σαν τον χειρουργό. Χτυπούν αλύπητα τα στραβά, μιλάνε σταράτα τα αδιάντρουπα, λένε τη σκάφη σκάφη. Οι ποιητές αυτοί, που οι γραμματικές τους γνώσεις δεν ξεπερνούν του δημοτικού, όλοι απλοί ξωμάχοι, τεχνίτες, εργάτες, στ’ αργαστήρια, στα λιοκτήματα, στους καφενέδες, παντού, δένουν στο μυαλό τους το στίχο, τα όσα διαδραματίζονται στο χώρο της μικρής κοινωνίας που ζουν, μα και γενικά σε παγκόσμια κλίμακα. Κάνουν τραγούδι τους καημούς και τα προβλήματα των απλών ανθρώπων, σκώμμα και περιγέλιο τα όσα τραβούν απ’ τη στραβοκεφαλιά τους.
Ο θρίαμβος των νέων φάνηκε καθαρά στα πρώτα Βάλεια, διαγωνισμό που προκήρυξε το Αναγνωστήριο για την καλύτερη σάτιρα το 1938, τιμώντας το μεγάλο ευεργέτη του Ιδρύματος Θόδωρο Κουκουβάλα. Αξίζει να επισημάνουμε ότι βρισκόμαστε στην εποχή της δικτατορίας του Μεταξά. Παρόλα αυτά, ο καρνάβαλος δεν φιμώνεται. Βγάζει στη φόρα τ’ άπλυτα όλων αυτών που διαφέντευαν τότε τις τύχες του χωριού και των ανθρώπων του. Χαρακτηριστική ήταν η σάτιρα του Στρατή Π. Αναστασέλλη «Ο Περιηγητής» που εκφώνησε την Καθαρή Δευτέρα, 7 Μάρτη 1938, ο πρωτοεμφανιζόμενος τότε Μιχάλης Πασχαλιάς και η οποία θεωρήθηκε από την ελλανόδικο επιτροπή ασυναγώνιστη και υποδειγματική.
Μια από τις βασικές απαιτήσεις των διακηρύξεων των πρώτων τουλάχιστον χρόνων του Βάλειου Διαγωνισμού ήταν να διατηρηθεί το έθιμο να σατιρίζονται πρόσωπα και καταστάσεις της τοπικής κοινωνίας, χαρακτηριστικοί τύποι, επίκαιρα γεγονότα και επαγγέλματα, αυτό ακριβώς που ήταν το κύριο γνώρισμα της Νέας και Μέσης Αττικής Κωμωδίας. Προσφιλής στόχος των σατιρογράφων ήταν οι γέροι, οι γριές και οι κοπέλες. Γιατί άραγε; Γιατί, σε γιορτές βακχικές, οργιαστικές, όπως η Αποκριά, η νηφαλιότητα των γέρων είναι αταίριαστη με τον ερωτικό οργασμό και τη ζωντάνια των νέων. Η γριά εξάλλου χώνει παντού τη μύτη της. Στα προξενειά, στα διαζύγια, στους καβγάδες, στα μάγια, σε κάθε είδους κουτσομπολιού. Αλλά, ό,τι ακούνε οι γέροι και οι γριές, είναι χάδια μπροστά στην επίθεση που υφίστανται οι κοπέλες από τον καρνάβαλο. Αν τα γηρατειά τους ερεθίζουν, τα κορίτσια, με την ερωτική τους δυστροπία, τους σεμνότυφους δισταγμούς, τους συμφεροντολογικούς υπολογισμούς και γενικά με την αντίσταση που προβάλλουν στους ερωτικούς πόθους των παλικαριών, τους κάνουν έξω φρενών. Όλο το χρόνο ο άντρας σέρνεται πίσω από το φουστάνι, σκλάβος των θέλγητρων των γυναικών. Την Αποκριά είναι καιρός να ξεσπάσει, να εκδικηθεί για τις ταπεινώσεις που υφίσταται το ανδρικό γόητρο. Και σαν να του λύνονται ξαφνικά τα μάγια, βλέπει με τα μάτια του καρνάβαλου τα κορίτσια γεμάτα ελαττώματα.
Κατοχή
Έτσι φτάνουμε στην εποχή που ένα σωρό γεγονότα άλλαξαν τη μορφή των εκδηλώσεων αυτών. Ο πόλεμος του 1940, η γερμανική κατοχή, η πείνα, ανέκοψαν για τρία χρόνια ακόμα και κάθε σκέψη για καρναβάλια. Τις Αποκριές του 1944, στη Γερμανοκρατούμενη Αγιάσο, ξέσπασε το πάθος του λαού της για λευτεριά, με την παρουσία του καρνάβαλου που καμάκιαζε τον καταχτητή με τα προφητικά του μηνύματα. Ο κόσμος χρησιμοποίησε το λαϊκό ρήτορα σαν εκφραστή των πόθων του. Ο Αστρονόμος του Βασίλη Βλαστάρη ή Βαγιάνα, με εκφωνητή το Βασίλη Χατζηπαναγιώτη ή Σκανταλιάρη, φέρνει μηνύματα απ’ τ’ άστρα, τα βλέπει σαν κράτη και παιχνιδίζει με απλά μα πολυσήμαντα τετράστιχα. Πρέπει να επισημάνουμε ότι η προδιάθεση αυτή του λαού ενάντια στον κατακτητή εκδηλώθηκε πολύ έντονα λίγες μέρες αργότερα με τον πάνδημο γιορτασμό της εθνικής επετείου της 25ης Μαρτίου, που μετατράπηκε σε ανοιχτή αντιγερμανική διαδήλωση και που οδήγησε στο γερμανικό μπλόκο της 28ης Μάρτη 1944 και στα αιματηρά αντίποινα των Γερμανών, τα οποία όμως δε στάθηκαν ικανά να λυγίσουν το υψηλό αγωνιστικό φρόνημα του λαού μας.
Οι αλλαγές της δεκαετίας του ’50
Με την απελευθέρωση από τους Γερμανούς, φουντώνει πάλι το έθιμο. Βγαίνουν καινούριοι ποιητές κι εκφωνητές. Τα κουϊτούκια είναι πια σφαλιστά για τις πατινάδες. Τα παλικάρια του χωριού και οι κοπέλες αλλάζουν τόπο για νυφοπάζαρο. Κάνουν βόλτες στον απάνω και τον κάτω δρόμο. Τα ήθη και τα έθιμα, ο τρόπος ζωής, οι κοινωνικές αντιλήψεις και πρακτικές αλλάζουν μετά τον πόλεμο. Φυσά ένα δυνατό ρεύμα αλλαγής. Οι καρνάβαλοι βρίσκουν σε άλλα πόστα τους ακροατές τους. Οι πομπές αλλάζουν δρομολόγιο. Μέσα σ’ αυτές τις νέες κοινωνικές συνθήκες λαμβάνει χώρα η μεταρρύθμιση του Ανανία Καραμανλή, ενός απ’ τους καλύτερους εκφωνητές της μεταπολεμικής περιόδου. Αυτός έδωσε θεαματικό ύφος στον καρνάβαλο, κατασκευάζοντας μεγάλα άρματα και συνδυάζοντας έτσι τη σάτιρα με την εμφάνιση. Με πυραύλους, παλάτια, σκηνές σε πλατφόρμες, και άλλα παρόμοια, ο καρνάβαλος έγινε αναγκαστικά δυσκίνητος, έτσι που να μη μπορεί να σεργιανίσει πια στα καλντερίμια του χωριού. Το καρναβάλι τώρα γίνεται στο γήπεδο του χωριού, στο Σταυρί και την Αγορά. Τον Ανανία μιμήθηκαν κι άλλοι, ώσπου το κάθε συγκρότημα έφτασε να κάνει μόνο μια εμφάνιση, σε ορισμένο τόπο, την πλατεία του σταθμού αυτοκινήτων. Άλλαξε ακόμα και το τυπικό. Ύστερα από τη Γερμανική Κατοχή, καθιερώθηκε το απόγευμα της Καθαρής Δευτέρας, σαν ώρα και μέρα των εκδηλώσεων. Ο κόσμος μαζεύεται σε ανοιχτούς δημόσιους χώρους και παρακολουθεί τα διαγωνιζόμενα ή μη καρναβαλικά συγκροτήματα. Τα μασκαρέματα γίνονται τα βράδια της Κυριακής και της Καθαρής Δευτέρας. Στο ελάχιστο αυτό διάστημα σπιθίζει το λαϊκό πνεύμα, αναβιώνουν τα παραδοσιακά τραγούδια και τριψίματα, ανανεώνει το λαϊκό δαιμόνιο τις πανάρχαιες παραδόσεις.
Από την άλλη πλευρά, όμως, το Καρναβάλι αναδείχτηκε σε σπουδαία συλλογική εκδήλωση. Σήμερα διατηρεί τη μορφή που πήρε μεταπολεμικά: λαϊκό δρώμενο με έντονα θεατρικά στοιχεία σε ανοιχτό δημόσιο χώρο, που συνδυάζει σε ολοκληρωμένη θεματική ενότητα τον έμμετρο σατιρικό λόγο με την εμφάνιση αρμάτων. Η θεματολογία της λαϊκής μούσας καλύπτει ένα ευρύτατο φάσμα. Συνήθως επιλέγεται ένας γνωστός ιστορικός μύθος, μέσα από τον οποίο αναπαράγεται με αλληγορικό και συμβολικό τρόπο η σημερινή κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα και σατιρίζονται με παραλληλισμούς πρόσωπα και καταστάσεις της επικαιρότητας. Το καρναβάλι λειτουργεί σαν καθρέφτης της κοινωνικής πραγματικότητας. Εκφράζει πιστά τα δυο βασικά χαρακτηριστικά που του κληροδότησε η ιστορία. Αφενός την έμφυτη τάση του για διακωμώδηση των πάντων και αφετέρου την άσκηση αυστηρού κοινωνικού ελέγχου με σαφείς αιχμές ενάντια σε κάθε κακώς κείμενο.
Η περίοδος 1961-1974
Την περίοδο της δικτατορίας το καρναβάλι γνώρισε σημαντική άνθηση και, παρά το γεγονός ότι η δαμόκλειος σπάθη της λογοκρισίας που επέβαλαν οι αρχές σακάτεψε πολλά σατιρικά κείμενα, εντούτοις τότε ακριβώς καταγράφονται πολλά από τα καλύτερα αριστουργήματα της ιστορίας του. Οι σατιρογράφοι, προκειμένου να αποφύγουν τη δαμόκλειο σπάθη της λογοκρισίας, χρησιμοποιούν την αλληγορία με τρόπο αληθινά θαυμαστό και ευφυή. Η σάτιρα γίνεται αναγκαστικά πιο πνευματώδης, πιο προοδευτική, φορέας δημοκρατικών αιτημάτων και καυστικής – παράτολμης πολλές φορές – κριτικής. Ο κόσμος απολαμβάνει τη σάτιρα αυτή που εκφράζει τις μύχιες επιθυμίες και τα δημοκρατικά του οράματα. Οι σάτιρες αυτής της εποχής έχουν διαχρονική αξία, γιατί εμπεριέχουν ιστορικές αλήθειες, πολιτικές κρίσεις και αποφθεγματικούς στίχους που είναι επίκαιροι ακόμα και στις μέρες μας.





Η πρώτη δεκαετία της μεταπολίτευσης (1975-1984)
Στα χρόνια της μεταπολίτευσης λόγω της έντονης πολιτικοποίησης της νεολαίας και του λαού ανθεί η πολιτική σάτιρα.
Παράλληλα, ο καρνάβαλος διατηρεί και εμπλουτίζει όλα τα κύρια χαρακτηριστικά που του κληροδότησε η πλούσια ιστορία του εθίμου. Σατιρίζει πρόσωπα και καταστάσεις της τοπικής κοινωνίας, σχολιάζει τα εθνικά και διεθνή γεγονότα, υμνεί ή χλευάζει, κατά περίπτωση, τις σεξουαλικές επιδόσεις ανδρών και γυναικών, νέων και υπερηλίκων.




Η σκυτάλη περνά στα χέρια του «Σάτυρου» (1985 – Σήμερα)
Τον Απρίλη του 1984 ιδρύθηκε ο Εκπολιτιστικός Καρναβαλικός Σύλλογος Αγιάσου «Ο Σάτυρος» που διαδέχτηκε το Αναγνωστήριο Αγιάσου στη διοργάνωση των εκδηλώσεων από το 1985 και μετά. Το 1999 καθιερώθηκε η συνεργασία «Σάτυρου», Δήμου Αγιάσου και Αναγνωστηρίου και οι εκδηλώσεις έγιναν τριήμερες. Την περίοδο 2007-2016 άνθισε ο θεσμός της καρναβαλικής επιθεώρησης του Αναγνωστηρίου, ο οποίος γνώρισε πολύ μεγάλη επιτυχία. Διακόπηκε αναγκαστικά λόγω της καταστροφής του θεάτρου του από θεομηνία στις 11 Ιανουαρίου 2017.
Ο Βάλειος Διαγωνισμός, εκτός από τα μαύρα χρόνια της Κατοχής και του Εμφυλίου, διακόπηκε και την περίοδο των ετών 1962 – 1965. Συνεχίστηκε από 1966 μέχρι και το 1970. Την περίοδο από το 1971 έως και το 1974 τη διοργάνωση των καρναβαλικών εκδηλώσεων ανέλαβε ο Δήμος Αγιάσου. Από το 1975 μέχρι και το 1984 άρχισε πάλι να προκηρύσσεται ο Βάλειος Διαγωνισμός από το Αναγνωστήριο. Από το 1985 που ανέλαβε την οργανωτική ευθύνη των καρναβαλικών εκδηλώσεων ο «Σάτυρος», ο διαγωνισμός καταργήθηκε (έγινε μόνο τα έτη 1988, 1990, 1991, 1992) και ο Σύλλογος καλύπτει τα έξοδα όλων των καρναβαλικών συγκροτημάτων.
Το Αγιασώτικο Καρναβάλι διαχρονικά άλλαξε μορφές. Πέρασε διαδοχικά από την πατινάδα και τις ιμτσούνις που λέγανε στα κουτούκια παραδοσιακά και φαλλικά τραγούδια, στο μουλαροκίνητο καρνάβαλο που εκφωνούσε στις γειτονιές τη σάτιρά του και στη συνέχεια στο μηχανοκίνητο καρνάβαλο που παρουσιάζει τη δουλειά του σε ανοιχτούς δημόσιους χώρους συνδυάζοντας τη σάτιρα με τη σκηνική παρουσία.
Οι νεότερες γενιές εισήγαγαν μικρές αλλαγές στη μορφή του δρωμένου με σκοπό να κάνουν τον καρνάβαλο πιο θεατρικό, όπως για παράδειγμα η εισαγωγή του τρίτου άρματος από τη δεκαετία του 1990, η εναλλαγή και η σάτιρα της εικόνας, η προσθήκη περισσότερων εμβόλιμων σκετς, η προσθήκη περισσότερων εκφωνητών και κομπάρσων, η προσθήκη σε μερικές περιπτώσεις της ζωντανής μουσικής, κ.ά. Από το 2018 και κάθε χρόνο αναβιώνει το έθιμο της πατινάδας – Περικεφαλαίας. Πολυπληθής όμιλος μασκαρεμένων με επικεφαλής τον Μεγαλέξαντρο και με τη συνοδεία παραδοσιακής μουσικής κομπανίας σεργιανίζουν στους μαχαλάδες του χωριού τραγουδώντας τριψίματα και παραδοσιακά τραγούδια. Ο αγερμός, αφού γυρίσει όλο σχεδόν το χωριό, καταλήγει στην Πλατεία Αγοράς όπου λαμβάνουν χώρα μουσικοχορευτικά και καρναβαλικά δρώμενα.
Παλαιότερα, κόντρα στις πατριαρχικές αντιλήψεις και στη γενικότερη κοινωνική της υποβάθμιση, η γυναίκα ντυνόταν ιμτσούνα (μασκαρευόταν), ξεθύμαινε στα απουκριγιώματα (αποκριάτικες διασκεδάσεις σε φιλικά σπίτια), και γύριζε στις γειτονιές του χωριού και στα καφενεία, όπου τραγουδούσε και χόρευε τα παραδοσιακά αδιάντρουπα τριψίματα. Τις τελευταίες δεκαετίες (από το 1992 και εντεύθεν) έγινε και καρνάβαλος (εκφωνεί σάτιρα πάνω στα άρματα), πράγμα που μέχρι τότε ήταν αποκλειστικό προνόμιο των ανδρών οι οποίοι υποδύονταν τόσο τους ανδρικούς όσο και τους γυναικείους ρόλους.
Αξιοσημείωτη είναι η προσήλωση των Αγιασωτών της διασποράς στην τήρηση των πατροπαράδοτων εθίμων. Σάτιρα (στο Αγιασώτικο γλωσσικό ιδίωμα) εκφωνείται κάθε χρόνο στο πλαίσιο των ετήσιων αποκριάτικων χοροεσπερίδων που οργανώνονται στην Αθήνα από το Φιλοπρόοδο Σύλλογο Αγιασωτών και στο Σύδνεϋ Αυστραλίας από την Φιλοπρόοδη Παροικία Αγιασωτών και τη Μυτιληναϊκή Αδελφότητα.
Μετά την έκδοση του τουριστικού οδηγού του 2001 ακολούθησαν και άλλες εκδόσεις για το Αγιασώτικο Καρναβάλι, σημαντικότερες των οποίων είναι τα δίτομα βιβλία των Παναγιώτη Μιχ. Κουτσκουδή. (Το αγιασώτικο καρναβάλι. Η πορεία του και οι ρίζες του στο διάβα του χρόνου. Α΄ τόμος Μυτιλήνη 2009, Β΄ τόμος Μυτιλήνη 2011. Έκδοση του Αναγνωστηρίου Αγιάσου «Η Ανάπτυξη») και Γιάννη Χρ. Χατζηβασιλείου (Αποκριάτικες σάτιρες. Εθιμικά Δρώμενα της Αγιάσου. Έκδοση Φιλοπρόοδου Συλλόγου Αγιασωτών. Αθήνα 2022). Σημαντική αναφορά γίνεται επίσης στο βιβλίο (συγκριτική μελέτη) του συμπατριώτη μας καθηγητή θεατρολογίας στο ΕΚΠΑ Θόδωρου Γραμματά, Δρώμενα και Λαϊκό Θέατρο. Θράκη-Αιγαίο-Κύπρος. Αθήνα 2006. Έκδοση του Αναγνωστηρίου Αγιάσου «Η Ανάπτυξη».
Το 2010 με την χρηματοδότηση του Υπουργείου Αιγαίου και του Δήμου Αγιάσου το δημοτικό κτίριο της παλιάς Ηλεκτρομηχανής (παλαιότερα ιδιωτικό εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας) μετατράπηκε σε Δημοτικό Καρναβαλικό Εκθετήριο, ένα από τα ελάχιστα στην Ελλάδα, που το 2023 πήρε το όνομα «Αντώνης Μηνάς», προς τιμή του εκλιπόντος κορυφαίου διακόνου του Αγιασώτικου Καρναβαλιού και του λαϊκού μας πολιτισμού γενικότερα. Στον χώρο του εκτίθενται φωτογραφίες καρναβαλικών εκδηλώσεων, κεραμικές πιατέλες των Χατζηγιάννηδων με καρναβαλικές παραστάσεις, κατασκευές που κοσμούσαν καρναβαλικά άρματα, κουστούμια εκφωνητών, και άλλα καρναβαλικά κειμήλια. Επίσης φιλοξενούνται είδη λαϊκής τέχνης (κεραμικής και ξυλογλυπτικής).
Πέρυσι, με την πρωτοβουλία της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου και τη συνεργασία του «Σάτυρου» και του Αναγνωστηρίου Αγιάσου, το Αγιασώτικο Καρναβάλι εντάχθηκε στο Εθνικό Ευρετήριο της Άυλης Πολιτιστικής μας Κληρονομιάς, εξέλιξη που αποτελεί επιβράβευση της ιστορίας και της σπουδαιότητάς του και δημιουργεί ευοίωνες προοπτικές για την παραπέρα ανάδειξη του.