Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας (17ος – 19ος αι.), με την άδεια του Κουμαντάντη ή Ζαμπίμη τους (κατώτερου αξιωματικού του τουρκικού στρατού, με καθήκοντα στρατιωτικού υποδιοικητή και ενδιάμεσου μεταξύ των Αρχών της Μυτιλήνης και των χωριών της λεσβιακής υπαίθρου) ντύνονταν οι πρώτοι αρματολοί και κλέφτες που τραγουδούσαν κλέφτικα τραγούδια. Την περίοδο αυτή ντυνόντουσαν ιμτσούνις και κουδουνάτοι πειρασμοί. Οι δημογέροντες των Κοινοτήτων άκουγαν τα «εξ αμάξης» από τους μεταμφιεσμένους.
Ως το 1939 τα παλικάρια του χωριού γύριζαν πατινάδα τα απογεύματα κάθε Κυριακής και μεγαλόσκολης. Έφερναν γύρο το χωριό, με σταθμούς στα κουτούκια. Ο κορυφαίος του χορού ήταν βρακοφορεμένος, Γύρω στο 1900 περίπου ο αρχινιστής ντυνόταν Μεγαλέξαντρος και στάθηκε για τους υπόδουλους Έλληνες ένα σύμβολο παλικαριάς που συνδαύλιζε το πάθος για λευτεριά (έθιμο περικεφαλαίας).
Ως τα 1920-’25 τα μασκαρέματα βαστούσαν δυο βδομάδες, Κριγιατ’νή (τη βδομάδα της Κυριακής των Απόκρεω) και Τυρ’νή (τη βδομάδα της Κυριακής της Τυροφάγου). Την Καθαρή Δευτέρα, απ’ την αυγή ως τ’ απόγεμα, όλες οι ηλικίες παίρνανε μέρος στο καρναβάλι με τραγούδια που υμνούσαν τα γεννητικά όργανα και τη σεξουαλική πράξη. Κείνη τη μέρα ξεχώριζαν οι «χαζλήδις» (λαφρόστιχοι κωμικοί) με αυτοσχεδιασμούς και πρωτότυπες εμφανίσεις.
Απ’ την απελευθέρωση του νησιού το 1912 και πέρα, η νεολαία στρατεύεται και πολεμά για μια δεκαετία στα μέτωπα των Βαλκανικών Πολέμων, του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, της Μικρασιατικής Εκστρατείας και γίνεται φορέας αντιπολεμικών-φιλειρηνικών και προοδευτικών ιδεών. Στα χρόνια 1935-1940 το καρναβάλι μπήκε σε καινούρια φόρμα. Το τελετουργικό άλλαξε τόπους και χρόνο εμφανίσεων και καθιέρωσε για εκφραστικό του όργανο την αγιασώτικη ντοπιολαλιά. Το 1938 καθιερώθηκε ο Βάλειος Διαγωνισμός που προκήρυξε το Αναγνωστήριο για την καλύτερη σάτιρα, τιμώντας το μεγάλο ευεργέτη του Θόδωρο Κουκουβάλα. Ο Βάλειος Διαγωνισμός συνεχίστηκε μέχρι το 1984.
Τις Αποκριές του 1944 στη γερμανοκρατούμενη Λέσβο ο καρνάβαλος, με τη μορφή του αστρονόμου-αστεροσκόπου που «διαβάζει» το μέλλον στα άστρα, προβλέπει την επικείμενη ήττα του ναζισμού και την οικοδόμηση μιας κοινωνίας ελευθερίας, κοινωνικής ευμάρειας και προκοπής.
Μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Εμφύλιο λαμβάνει χώρα η μεταρρύθμιση του Ανανία Καραμανλή1 που εισήγαγε το άρμα στο αγιασώτικο καρναβάλι, συνδυάζοντας έτσι τη σάτιρα με την επιτέλεση. Ο κόσμος μαζεύεται σε ανοιχτούς δημόσιους χώρους και παρακολουθεί τα καρναβαλικά συγκροτήματα. Τα μασκαρέματα γίνονται τα βράδια της Τυρινής Κυριακής και της Καθαρής Δευτέρας.
Την περίοδο της δικτατορίας το καρναβάλι, παρά το γεγονός ότι πέρασε από αυστηρή λογοκρισία, άφησε εξαιρετικά δείγματα λαϊκής σάτιρας.
Μετά τη μεταπολίτευση ο έμμετρος λόγος συνέχισε να εμπλουτίζεται χωρίς πλέον κανενός είδους περιορισμούς. Το 1984 ιδρύθηκε ο Εκπολιτιστικός Καρναβαλικός Σύλλογος Αγιάσου «Ο Σάτυρος» που διαδέχτηκε το Αναγνωστήριο Αγιάσου στη διοργάνωση των εκδηλώσεων. Το 1999 καθιερώθηκε η συνεργασία «Σάτυρου», Δήμου Αγιάσου και Αναγνωστηρίου και οι εκδηλώσεις έγιναν τριήμερες. Την περίοδο 2007-2016 άνθισε ο θεσμός της καρναβαλικής επιθεώρησης του Αναγνωστηρίου.
Το Αγιασώτικο Καρναβάλι διαχρονικά άλλαξε μορφές. Πέρασε διαδοχικά από την πατινάδα και τις «ιμτσούνις» που λέγανε στα κουτούκια παραδοσιακά και φαλλικά τραγούδια, στο μουλαροκίνητο καρνάβαλο που εκφωνούσε στις γειτονιές τη σάτιρά του και στη συνέχεια στο μηχανοκίνητο καρνάβαλο που παρουσιάζει τη δουλειά του σε ανοιχτούς δημόσιους χώρους συνδυάζοντας τη σάτιρα με τη σκηνική παρουσία.
Οι νεότερες γενιές εισήγαγαν μικρές αλλαγές στη μορφή του δρωμένου, όπως για παράδειγμα η εισαγωγή του τρίτου άρματος τη δεκαετία του 1990, η εναλλαγή και η σάτιρα της εικόνας, η προσθήκη περισσότερων εμβόλιμων σκετς, η προσθήκη περισσότερων εκφωνητών και κομπάρσων, η προσθήκη σε μερικές περιπτώσεις της ζωντανής μουσικής, κ.ά.
Παλαιότερα, κόντρα στις πατριαρχικές αντιλήψεις και στη γενικότερη κοινωνική της υποβάθμιση, η γυναίκα ντυνόταν «ιμτσούνα» (μασκαρευόταν), ξεθύμαινε στα «απουκριγιώματα» (αποκριάτικες διασκεδάσεις σε φιλικά σπίτια), και γύριζε στις γειτονιές του χωριού και στα καφενεία, όπου τραγουδούσε και χόρευε τα παραδοσιακά αδιάντρουπα τριψίματα. Τις τελευταίες δεκαετίες (από το 1992 και εντεύθεν) έγινε και καρνάβαλος (εκφωνεί σάτιρα πάνω στα άρματα), πράγμα που μέχρι τότε ήταν αποκλειστικό προνόμιο των ανδρών οι οποίοι υποδύονταν τόσο τους ανδρικούς όσο και τους γυναικείους ρόλους.
- Ανανίας Θεοδώρου Καραμανλής (1928 -). Γεννήθηκε το 1928 στην Αγιάσο και ήταν γόνος πολυμελούς οικογένειας Μικρασιατών προσφύγων. Έμαθε και άσκησε την πατρική τέχνη του μαραγκού. Συμμετείχε σε πολλές ερασιτεχνικές θεατρικές παραστάσεις που ανέβασαν σωματεία του χωριού του και πρωταγωνίστησε στο αγιασώτικο καρναβάλι. Το 1960 μετανάστευσε στη Γαλλία (Παρίσι), όπου συνέχισε το επάγγελμά του και όπου ζει μέχρι σήμερα με την οικογένειά του. Το 2015 τιμήθηκε από το Αναγνωστήριο Αγιάσου για τη συνολική προσφορά του στο λαϊκό μας πολιτισμό. ↩︎